12 Απριλίου 2004
του Alain Bertho
Το κείμενο αυτό γράφηκε τέλη Μαρτίου 2004. Ο Alain Bertho είναι κοινωνιολόγος, που διετέλεσε μέλος της κεντρικής επιτροπής του Γαλλικού Κομουνιστικού Κόμματος. Πολύ αφοσιωμένος μέσα στο κίνημα των Κοινωνικών Φόρουμ και ιδιαίτερα με την οργάνωση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ στο St-Denis του Παρισιού, ο Alain Bertho είναι ένας από εμπνευστές του καλέσματος για την “αριστερά που θέλουμε,” που ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2003, και της Συλλογικότητας για τον Εναλλακτικό Πολίτη στην Isle de France.
Τα ιδεολογικά κείμενα εκφράζουν μόνο τους συγγραφείς και όχι απαραιτήτως τον Αστυάνακτα, ο οποίος τα θεωρεί αρχή για συζήτηση
Αγαπητοί Σύντροφοι,
Ζήσαμε το τέλος του αιώνα, μιας εποχής, της δικής μας. Έρχονται άλλοι καιροί.
Σε τέτοιες αβέβαιες στιγμές είναι που τα θηρία παραμονεύουν, ακολουθώντας τη στρατηγική του φόβου, της αστυνόμευσης των κοινωνικών ζητημάτων, της κατάστασης του διαρκούς πολέμου, της κατάργησης των ελευθεριών, του μίσους του άλλου και του πολέμου μεταξύ των ίδιων των ανθρώπων.
Διότι η βία τους αντιστοιχεί στο μέγεθος του φόβου τους. Το ναυάγιο των προσδοκιών του αιώνα, που κλείνει, δεν έχει καταστρέψει την ικανότητα της ανθρωπότητας να ονειρεύεται ότι είναι πιο ανθρώπινη. Το νέο είναι ήδη εδώ, κάνοντας γνωστό σ’ όλες τις γλώσσες του πλανήτη ότι ένας άλλος κόσμος είναι δυνατός κι επιτακτικός, ότι αυτός ο κόσμος είναι κόσμος ειρήνης, αξιοπρέπειας, αλληλεγγύης κι ελευθερίας.
Αυτή η νέα δύναμη της αλληλεγγύης, η οποία από σήμερα σκιαγραφεί έναν άλλο τρόπο να είμαστε όλοι μαζί, δεν αρνείται τις αξίες και τις αρχές, στις οποίες στηριζόντουσαν οι παλιοί αγώνες. Αλλά συγκεντρώνει και προάγει με πλήρως νέες μεθόδους τη διαρκή δημοκρατία, τον ακέραιο σεβασμό των ιδιομορφιών, που την απαρτίζουν, μέσα από επίμονες προσπάθειες για ένα ατέλειωτο άνοιγμα των οριζόντων σε νέους δρώντες και σε νέα διακυβεύματα.
Αυτό που είναι λιγότερο γερασμένο, με το πέρασμα του αιώνα, είναι αναμφίβολα εκείνος ο κομουνισμός, που γίνεται κατανοητός σαν “η πραγματική κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη των πραγμάτων.” Αλλά η συνέχεια είναι ανείπωτη. Διότι αυτό που είναι περισσότερο γερασμένο, στην ίδια κίνηση, είναι ο πολιτικός κομουνισμός. Όχι μόνον επειδή είναι φανερά συνδεδεμένος με το τελικό ναυάγιο του 20ου αιώνα και των προσδοκιών του. Αλλά ακόμη πιο βαθιά, επειδή η αντίληψη της εξουσίας, του πολιτικού αγώνα και της οργάνωσης δεν αντιστοιχούν πλέον στις απαιτήσεις του σήμερα.
Ποιο είναι σήμερα το κύριο πολιτικό διακύβευμα για τη γερασμένη ήπειρό μας; Να κάνει την κοινωνία και τη νέα πολιτιότητα, που εκφράζεται ποικιλοτρόπως μέσα στα φόρουμ, στις κοινωνικές κινητοποιήσεις και στις συγκλίσεις τους, ακόμη και στη Γαλλία, από την Έκκληση ενάντια στον πόλεμο ως τη μόδα των Inrockuptibles, να μιλήσει σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο στους κόλπους του πολιτικού χώρου.
Το διακύβευμα είναι να γίνει αυτό που ονομάζεται κοινωνικό κίνημα ένας άμεσος πολιτικός δρώντας. Να μην ξεγραφεί φυσικά το πεδίο της θεσμικής πολιτικής, της οποίας τα κόμματα αποτελούν έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους, αλλά να ενεργοποιηθεί μια διαδικασία ριζοσπαστικού δημοκρατικού μετασχηματισμού.
Μόνο μ’ αυτό το τίμημα, οι άνθρωποι θα ξαναβρούν τη δύναμη, όχι μόνο να υπερασπισθούν τα δικαιώματα, που σήμερα αποτελούν το αντικείμενο επιθέσεων χωρίς προηγούμενο, αλλά να αναλάβουν ένα νέο κύκλο συλλογικών και δημοσίων κατακτήσεων. Μόνο μ’ αυτό το τίμημα, θα σπάσει τελικά ο καταραμένος κύκλος, μέσα στον οποίον η ριζοσπαστικότητα της διαμαρτυρίας είναι πάντοτε ηττημένη και καταδικασμένη από τη διαχειριστική και νεοφιλελεύθερη εξουσία.
Αν οι πολιτικές οργανώσεις της αριστεράς, αρχινώντας με το κομουνιστικό κόμμα, καταφέρουν να αγνοήσουν αυτή τη νέα δυναμική, η πείρα δείχνει ότι δεν θα μπορέσουν πλέον να γίνουν οι πρωτοπόροι, ότι θα συμμετέχουν με δυσκολία μέσα σ’ αυτή τη δυναμική κι ακόμη, μερικές φορές, θα φέρνουν εμπόδια σ’ αυτήν.
Τα τελευταία αυτά χρόνια, σε παγκόσμια κλίμακα, όπως και σε πιο τοπικό επίπεδο, ο,τιδήποτε έχει οικοδομήσει την ελπίδα, την αλληλεγγύη και την εναλλακτικότητα, έχει ξεκινήσει πιο πέρα απ’ τα πολιτικά κόμματα και συχνά σ’ εθελοντική βάση χωρίς τα κόμματα. Αν τα κόμματα επιμείνουν να λειτουργούν σαν τόπος σύνδεσης με τους θεσμούς, δεν θα μπορούν πλέον να αποτελούν τόπο ανάπτυξης των νέων πολιτικών. Δεν θα είναι πλέον τόπος ανάληψης των νέων πρωτοβουλιών. Δεν θα είναι πλέον παράγοντες συγκέντρωσης της μετασχηματιστικής δράσης των γυναικών κι ανδρών του σήμερα.
Η άρνηση του πολέμου, η άρνηση όλων των διακρίσεων, απ’ τα μέτρα ασφάλειας κι αστυνόμευσης ως τα κοινωνικά ζητήματα, τον πόλεμο σε βάρος των φτωχών, την αστυνόμευση της σκέψης και των ηθών βρίσκονται στην καρδιά των συγχρόνων διακυβευμάτων της ανθρωπότητας. Σ’ αυτά τα μέτωπα, αγωνίζονται οι κοινωνικές οργανώσεις, οι συνδικαλιστικές ενώσεις, οι γυναίκες κι οι άνδρες, που είναι ή δεν είναι μέλη ενός κόμματος. Όμως σήμερα καμία αριστερή πολιτική οργάνωση, κι εννοώ απόλυτα καμία, δεν έχει σ’ όλα αυτά τα μέτωπα μια καθαρή θέση, θαρραλέα και κατάλληλη να πυροδοτήσει τις αντιστάσεις. Αυτό το συλλογικό έλλειμμα δεν είναι προϊόν τύχης: είναι σύμπτωμα εξάντλησης μιας κοινωνικής λειτουργίας. Δεν οφείλεται στην εξαφάνιση των κομμάτων, αλλά στη μετατόπισή τους και στη μείωση του πολιτικού τους ρόλου.
Λέγοντας αυτό με καμία έννοια δεν θέλω να καταδικάσουμε τις γυναίκες και τους άνδρες, που εμψυχώνουν τα κόμματα (κι ιδιαίτερα το ΚΚΓ) με αφοσίωση και ειλικρίνεια. Είναι για να ρίξουμε μια καθαρή ματιά στα καταστροφικά αποτελέσματα ενός τρόπου λειτουργίας και μιας κουλτούρας οργάνωσης, καταστάσεις οι οποίες πολύ συχνά μετασχηματίζουν την πολιτική δέσμευση σε ψυχρή ταυτότητα, την αλληλεγγύη σε διασύνδεση μέσα σε κλίκα, τις αξίες της ελευθερίας σε παιχνίδια εξουσίας, την επαναστατικότητα σ’ εσωτερικό κομφορμισμό, τα μέσα σε σκοπούς, κι αποστειρώνουν τις ειλικρινείς επενδύσεις τόσων πολλών αγωνιστών.
Γνωρίζω κάποιους κομουνιστές αγωνιστές, με τους οποίους μοιράζομαι τις εμπειρίες τόσων πολλών σημαντικών αγώνων. Από την υπεράσπιση των λαθρομεταναστών ως των ανέργων, από το Κοινωνικό Φόρουμ ως την υπεράσπιση των δημοσίων υπηρεσιών, για τους συνταξιούχους, τα σχολεία, οι κομουνιστές πάντα βρίσκονται εκεί. Αλλά αυτή η επιμονή δεν χρωστά πλέον σήμερα τίποτε το σημαντικό στο κόμμα, το οποίο διεκδικεί την πατρότητα και θέλει να συλλέγει για δικό του όφελος την εμπιστοσύνη, που οικοδομείται μέσα στην καθημερινότητα.
Επιδέχονται τα κόμματα βελτίωσης; Μπορεί το ΚΚΓ να επανιδρυθεί; Γι’ αρκετό καιρό, σκεφτόμουν αυτά τα ερωτήματα κι έχω αφιερώσει σ’ αυτά πολλές από τις δυνάμεις μου κι απ’ το χρόνο μου. Η ίδια η πράξη όμως μ’ έχει πείσει ότι η προοπτική αυτή είναι απατηλή.
Όντας μπλεγμένος σε μια συναρπαστική συλλογική προσπάθεια για την κατασκευή του εναλλακτικού πολίτη, δήλωσα δημοσίως το Νοέμβριο του 2003 ότι έχω πάρει “άδεια απ’ το κόμμα,” για να είμαι περισσότερο χρήσιμος σ’ αυτήν την προσπάθεια. Η εμπειρία αυτή, που στόχο έχει, χωρίς καμία αμφιβολία, να συνεχισθεί και να διευρυνθεί, μ’ έπεισε ότι ήταν ανάγκη η “άδεια” μου να γίνει οριστική, λόγω των απαιτήσεων της αποτελεσματικότητας και της συνέπειας, βάζοντας έτσι ένα τέλος στην κομματική αφοσίωσή μου για είκοσι έξι χρόνια, τα οποία δεν απαρνούμαι, αλλά για τα οποία σήμερα δεν βρίσκω κανένα νόημα. Δεν είναι πλέον δυνατό προσωπικά για μένα να προσπαθώ να αντιμετωπίζω τις προκλήσεις των καιρών μέσα από μια κουλτούρα κι από κάποιες πρακτικές, που με υποχρεώνουν να βιώνω μ’ εμφανή τρόπο την προκαλούμενη φθορά και την επαναλαμβανόμενη συρρίκνωση της δημιουργικότητας. Προτιμώ να αφιερώνω την ενεργητικότητα, που μου απέμεινε, στους αγώνες του πραγματικού κόσμου, παρά να την εξαντλώ σ’ εσωτερικές διαμάχες, που πάντοτε εμπεριέχουν τον κίνδυνο συσκότισης των οραμάτων για τη ζωή.
Ήδη ακούω πολλούς φίλους μου να λένε ότι αυτή η ακρότητα πιθανόν να μην ήταν απαραίτητη, ότι αυτή η ασυμβατότητα είναι υπερβολική, ότι υπάρχουν ακόμη κι άλλοι αγώνες, που θα μπορούσαμε να διεξάγουμε μαζί στο πλαίσιο της κομματικής οργάνωσης του Παρισιού. Αλλά αυτή η επιμονή στην πραγματικότητα αποτελεί τη βάση της απόκλισής μου.
Η ευθύνη είναι μεγάλη για όλους μας. Ο καθένας μας, χωρίς εξαίρεση, είναι αντιμέτωπος με τις δικές του επιλογές, τις δικές του δεσμεύσεις, τις δικές του ευθύνες. Και κανένας δεν μπορεί να αποτελεί πρότυπο για τους άλλους. Η πολιτική δύναμη, την οποίαν όλοι μας έχουμε ανάγκη, βρίσκεται πάντα σε διαδικασία δημιουργίας. Αποτελεί το έργο των πολλαπλοτήτων γυναικών κι ανδρών, που ήδη τώρα υφαίνουν τον ιστό της ανθρωπότητας, έτσι όπως τον θέλουμε. Είναι ζήτημα της δικής μας προσωπικής ευθύνης να συμμετέχουμε σ’ αυτό, οπουδήποτε κι αν βρισκόμαστε, με ταπεινότητα.
Αγαπητοί Σύντροφοι,
Ζήσαμε το τέλος του αιώνα, μιας εποχής, της δικής μας. Έρχονται άλλοι καιροί.
Σε τέτοιες αβέβαιες στιγμές είναι που τα θηρία παραμονεύουν, ακολουθώντας τη στρατηγική του φόβου, της αστυνόμευσης των κοινωνικών ζητημάτων, της κατάστασης του διαρκούς πολέμου, της κατάργησης των ελευθεριών, του μίσους του άλλου και του πολέμου μεταξύ των ίδιων των ανθρώπων.
Διότι η βία τους αντιστοιχεί στο μέγεθος του φόβου τους. Το ναυάγιο των προσδοκιών του αιώνα, που κλείνει, δεν έχει καταστρέψει την ικανότητα της ανθρωπότητας να ονειρεύεται ότι είναι πιο ανθρώπινη. Το νέο είναι ήδη εδώ, κάνοντας γνωστό σ’ όλες τις γλώσσες του πλανήτη ότι ένας άλλος κόσμος είναι δυνατός κι επιτακτικός, ότι αυτός ο κόσμος είναι κόσμος ειρήνης, αξιοπρέπειας, αλληλεγγύης κι ελευθερίας.
Αυτή η νέα δύναμη της αλληλεγγύης, η οποία από σήμερα σκιαγραφεί έναν άλλο τρόπο να είμαστε όλοι μαζί, δεν αρνείται τις αξίες και τις αρχές, στις οποίες στηριζόντουσαν οι παλιοί αγώνες. Αλλά συγκεντρώνει και προάγει με πλήρως νέες μεθόδους τη διαρκή δημοκρατία, τον ακέραιο σεβασμό των ιδιομορφιών, που την απαρτίζουν, μέσα από επίμονες προσπάθειες για ένα ατέλειωτο άνοιγμα των οριζόντων σε νέους δρώντες και σε νέα διακυβεύματα.
Αυτό που είναι λιγότερο γερασμένο, με το πέρασμα του αιώνα, είναι αναμφίβολα εκείνος ο κομουνισμός, που γίνεται κατανοητός σαν “η πραγματική κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη των πραγμάτων.” Αλλά η συνέχεια είναι ανείπωτη. Διότι αυτό που είναι περισσότερο γερασμένο, στην ίδια κίνηση, είναι ο πολιτικός κομουνισμός. Όχι μόνον επειδή είναι φανερά συνδεδεμένος με το τελικό ναυάγιο του 20ου αιώνα και των προσδοκιών του. Αλλά ακόμη πιο βαθιά, επειδή η αντίληψη της εξουσίας, του πολιτικού αγώνα και της οργάνωσης δεν αντιστοιχούν πλέον στις απαιτήσεις του σήμερα.
Ποιο είναι σήμερα το κύριο πολιτικό διακύβευμα για τη γερασμένη ήπειρό μας; Να κάνει την κοινωνία και τη νέα πολιτιότητα, που εκφράζεται ποικιλοτρόπως μέσα στα φόρουμ, στις κοινωνικές κινητοποιήσεις και στις συγκλίσεις τους, ακόμη και στη Γαλλία, από την Έκκληση ενάντια στον πόλεμο ως τη μόδα των Inrockuptibles, να μιλήσει σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο στους κόλπους του πολιτικού χώρου.
Το διακύβευμα είναι να γίνει αυτό που ονομάζεται κοινωνικό κίνημα ένας άμεσος πολιτικός δρώντας. Να μην ξεγραφεί φυσικά το πεδίο της θεσμικής πολιτικής, της οποίας τα κόμματα αποτελούν έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους, αλλά να ενεργοποιηθεί μια διαδικασία ριζοσπαστικού δημοκρατικού μετασχηματισμού.
Μόνο μ’ αυτό το τίμημα, οι άνθρωποι θα ξαναβρούν τη δύναμη, όχι μόνο να υπερασπισθούν τα δικαιώματα, που σήμερα αποτελούν το αντικείμενο επιθέσεων χωρίς προηγούμενο, αλλά να αναλάβουν ένα νέο κύκλο συλλογικών και δημοσίων κατακτήσεων. Μόνο μ’ αυτό το τίμημα, θα σπάσει τελικά ο καταραμένος κύκλος, μέσα στον οποίον η ριζοσπαστικότητα της διαμαρτυρίας είναι πάντοτε ηττημένη και καταδικασμένη από τη διαχειριστική και νεοφιλελεύθερη εξουσία.
Αν οι πολιτικές οργανώσεις της αριστεράς, αρχινώντας με το κομουνιστικό κόμμα, καταφέρουν να αγνοήσουν αυτή τη νέα δυναμική, η πείρα δείχνει ότι δεν θα μπορέσουν πλέον να γίνουν οι πρωτοπόροι, ότι θα συμμετέχουν με δυσκολία μέσα σ’ αυτή τη δυναμική κι ακόμη, μερικές φορές, θα φέρνουν εμπόδια σ’ αυτήν.
Τα τελευταία αυτά χρόνια, σε παγκόσμια κλίμακα, όπως και σε πιο τοπικό επίπεδο, ο,τιδήποτε έχει οικοδομήσει την ελπίδα, την αλληλεγγύη και την εναλλακτικότητα, έχει ξεκινήσει πιο πέρα απ’ τα πολιτικά κόμματα και συχνά σ’ εθελοντική βάση χωρίς τα κόμματα. Αν τα κόμματα επιμείνουν να λειτουργούν σαν τόπος σύνδεσης με τους θεσμούς, δεν θα μπορούν πλέον να αποτελούν τόπο ανάπτυξης των νέων πολιτικών. Δεν θα είναι πλέον τόπος ανάληψης των νέων πρωτοβουλιών. Δεν θα είναι πλέον παράγοντες συγκέντρωσης της μετασχηματιστικής δράσης των γυναικών κι ανδρών του σήμερα.
Η άρνηση του πολέμου, η άρνηση όλων των διακρίσεων, απ’ τα μέτρα ασφάλειας κι αστυνόμευσης ως τα κοινωνικά ζητήματα, τον πόλεμο σε βάρος των φτωχών, την αστυνόμευση της σκέψης και των ηθών βρίσκονται στην καρδιά των συγχρόνων διακυβευμάτων της ανθρωπότητας. Σ’ αυτά τα μέτωπα, αγωνίζονται οι κοινωνικές οργανώσεις, οι συνδικαλιστικές ενώσεις, οι γυναίκες κι οι άνδρες, που είναι ή δεν είναι μέλη ενός κόμματος. Όμως σήμερα καμία αριστερή πολιτική οργάνωση, κι εννοώ απόλυτα καμία, δεν έχει σ’ όλα αυτά τα μέτωπα μια καθαρή θέση, θαρραλέα και κατάλληλη να πυροδοτήσει τις αντιστάσεις. Αυτό το συλλογικό έλλειμμα δεν είναι προϊόν τύχης: είναι σύμπτωμα εξάντλησης μιας κοινωνικής λειτουργίας. Δεν οφείλεται στην εξαφάνιση των κομμάτων, αλλά στη μετατόπισή τους και στη μείωση του πολιτικού τους ρόλου.
Λέγοντας αυτό με καμία έννοια δεν θέλω να καταδικάσουμε τις γυναίκες και τους άνδρες, που εμψυχώνουν τα κόμματα (κι ιδιαίτερα το ΚΚΓ) με αφοσίωση και ειλικρίνεια. Είναι για να ρίξουμε μια καθαρή ματιά στα καταστροφικά αποτελέσματα ενός τρόπου λειτουργίας και μιας κουλτούρας οργάνωσης, καταστάσεις οι οποίες πολύ συχνά μετασχηματίζουν την πολιτική δέσμευση σε ψυχρή ταυτότητα, την αλληλεγγύη σε διασύνδεση μέσα σε κλίκα, τις αξίες της ελευθερίας σε παιχνίδια εξουσίας, την επαναστατικότητα σ’ εσωτερικό κομφορμισμό, τα μέσα σε σκοπούς, κι αποστειρώνουν τις ειλικρινείς επενδύσεις τόσων πολλών αγωνιστών.
Γνωρίζω κάποιους κομουνιστές αγωνιστές, με τους οποίους μοιράζομαι τις εμπειρίες τόσων πολλών σημαντικών αγώνων. Από την υπεράσπιση των λαθρομεταναστών ως των ανέργων, από το Κοινωνικό Φόρουμ ως την υπεράσπιση των δημοσίων υπηρεσιών, για τους συνταξιούχους, τα σχολεία, οι κομουνιστές πάντα βρίσκονται εκεί. Αλλά αυτή η επιμονή δεν χρωστά πλέον σήμερα τίποτε το σημαντικό στο κόμμα, το οποίο διεκδικεί την πατρότητα και θέλει να συλλέγει για δικό του όφελος την εμπιστοσύνη, που οικοδομείται μέσα στην καθημερινότητα.
Επιδέχονται τα κόμματα βελτίωσης; Μπορεί το ΚΚΓ να επανιδρυθεί; Γι’ αρκετό καιρό, σκεφτόμουν αυτά τα ερωτήματα κι έχω αφιερώσει σ’ αυτά πολλές από τις δυνάμεις μου κι απ’ το χρόνο μου. Η ίδια η πράξη όμως μ’ έχει πείσει ότι η προοπτική αυτή είναι απατηλή.
Όντας μπλεγμένος σε μια συναρπαστική συλλογική προσπάθεια για την κατασκευή του εναλλακτικού πολίτη, δήλωσα δημοσίως το Νοέμβριο του 2003 ότι έχω πάρει “άδεια απ’ το κόμμα,” για να είμαι περισσότερο χρήσιμος σ’ αυτήν την προσπάθεια. Η εμπειρία αυτή, που στόχο έχει, χωρίς καμία αμφιβολία, να συνεχισθεί και να διευρυνθεί, μ’ έπεισε ότι ήταν ανάγκη η “άδεια” μου να γίνει οριστική, λόγω των απαιτήσεων της αποτελεσματικότητας και της συνέπειας, βάζοντας έτσι ένα τέλος στην κομματική αφοσίωσή μου για είκοσι έξι χρόνια, τα οποία δεν απαρνούμαι, αλλά για τα οποία σήμερα δεν βρίσκω κανένα νόημα. Δεν είναι πλέον δυνατό προσωπικά για μένα να προσπαθώ να αντιμετωπίζω τις προκλήσεις των καιρών μέσα από μια κουλτούρα κι από κάποιες πρακτικές, που με υποχρεώνουν να βιώνω μ’ εμφανή τρόπο την προκαλούμενη φθορά και την επαναλαμβανόμενη συρρίκνωση της δημιουργικότητας. Προτιμώ να αφιερώνω την ενεργητικότητα, που μου απέμεινε, στους αγώνες του πραγματικού κόσμου, παρά να την εξαντλώ σ’ εσωτερικές διαμάχες, που πάντοτε εμπεριέχουν τον κίνδυνο συσκότισης των οραμάτων για τη ζωή.
Ήδη ακούω πολλούς φίλους μου να λένε ότι αυτή η ακρότητα πιθανόν να μην ήταν απαραίτητη, ότι αυτή η ασυμβατότητα είναι υπερβολική, ότι υπάρχουν ακόμη κι άλλοι αγώνες, που θα μπορούσαμε να διεξάγουμε μαζί στο πλαίσιο της κομματικής οργάνωσης του Παρισιού. Αλλά αυτή η επιμονή στην πραγματικότητα αποτελεί τη βάση της απόκλισής μου.
Η ευθύνη είναι μεγάλη για όλους μας. Ο καθένας μας, χωρίς εξαίρεση, είναι αντιμέτωπος με τις δικές του επιλογές, τις δικές του δεσμεύσεις, τις δικές του ευθύνες. Και κανένας δεν μπορεί να αποτελεί πρότυπο για τους άλλους. Η πολιτική δύναμη, την οποίαν όλοι μας έχουμε ανάγκη, βρίσκεται πάντα σε διαδικασία δημιουργίας. Αποτελεί το έργο των πολλαπλοτήτων γυναικών κι ανδρών, που ήδη τώρα υφαίνουν τον ιστό της ανθρωπότητας, έτσι όπως τον θέλουμε. Είναι ζήτημα της δικής μας προσωπικής ευθύνης να συμμετέχουμε σ’ αυτό, οπουδήποτε κι αν βρισκόμαστε, με ταπεινότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου