Η εντελής τέχνη είναι τέχνη εχέμυθη δεν αποκαλύπτει το κόπο του τεχνίτη δίνει μάλιστα, την εντύπωση του «απλού» και εκτιμάται ως «φυσική». Ο κόπος όμως, υπάρχει, είναι κατατεθειμένος στο έργο και είναι τόσος όσος ο χρόνος που περπάτησε ο τεχνίτης από το σημείο της ιδέας ως το σημείο της μορφής. Ο Καρυωτάκης περπάτησε αυτόν το χρόνο σε δέκα, περίπου χρόνια:από το 1918, που δουλεύει τον «Πόνο του Ανθρώπου και των Πραμάτων», ως το 1928, που παύει να δουλεύει οτιδήποτε από τον τίτλο-Θάνατοι, πρώτο της συλλογής του ως τον, εκτός κειμένου, Θάνατο της Πρέβεζας.
… «Η βασίλισσα λέξη του κόσμου» που πάει γυρεύοντας να βρει ο Καρυωτάκης…
Ο Καρυωτάκης δουλεύει με ελάχιστα νήματα, από την πρώτη ως τη τελευταία του συλλογή τις ίδιες, πρωτεύουσες λέξεις πλέκει: ζωή-Θάνατος, φως – Θάνατος, ήλιος-Θάνατος. Αυτές δίνουν το χρωματικό του τόνο στο σχέδιό του: ηλιακό μαύρο. Γύρω απ’ αυτές λέξεις άλλες κι όλες, σταθερά διαπλέκονται ξανά και ξανά, πάλι και πάλι οι ίδιες, τις ίδιες εικόνες συνθέτουν, τις ίδιες επαναφέρουν μεταφορές, επίμονα, από το πρώτο ως το τελευταίο ποίημα: χέρια, μάτια, στόματα, δάκρυα, γέλια, φιλιά εσπέρες, δειλινά βράδυα, άστρα, πόθοι, πάθοι , τάφοι, λουλούδια, τραγούδια, κλάματα, αδελφούλες αγαπούλες, νυφούλες, τρυφερές, χαρωπές, περασμένες, πεθαμένες, μοίρες, ώρες, χώρες, κραυγές, πληγές οιμωγές, παιδάκια πληγωμένα, παιδάκια λυπημένα, παιδάκια γερασμένα, το μέτωπο, η καρδιά, η δουλειά, τα χαρτιά-οι συμφορές που έρχονται-μια λεμονιά, μια μυγδαλιά, δυο κυπαρίσσια, ο δρόμος, το πλοίο, η θάλασσα, τα σύννεφα, τα πουλιά, λίγες βιολέτες, λίγες ανεμώνες, δυο κρίνα και πολλά, πάμπολλα τριαντάφυλλα. Και με τις λέξεις αυτές τις λίγες, τις ίδιες, τις χιλιοειπωμένες και ταπεινές, τις κοινότατες λέξεις-την ίδια αίσθηση πολεμά να εκφράσει, το ίδιο νόημα τον κυνηγά: μαύρος παράλογος, ήλιος θάνατος….
… «Η βασίλισσα λέξη του κόσμου» που πάει γυρεύοντας να βρει ο Καρυωτάκης…
Ο Καρυωτάκης δουλεύει με ελάχιστα νήματα, από την πρώτη ως τη τελευταία του συλλογή τις ίδιες, πρωτεύουσες λέξεις πλέκει: ζωή-Θάνατος, φως – Θάνατος, ήλιος-Θάνατος. Αυτές δίνουν το χρωματικό του τόνο στο σχέδιό του: ηλιακό μαύρο. Γύρω απ’ αυτές λέξεις άλλες κι όλες, σταθερά διαπλέκονται ξανά και ξανά, πάλι και πάλι οι ίδιες, τις ίδιες εικόνες συνθέτουν, τις ίδιες επαναφέρουν μεταφορές, επίμονα, από το πρώτο ως το τελευταίο ποίημα: χέρια, μάτια, στόματα, δάκρυα, γέλια, φιλιά εσπέρες, δειλινά βράδυα, άστρα, πόθοι, πάθοι , τάφοι, λουλούδια, τραγούδια, κλάματα, αδελφούλες αγαπούλες, νυφούλες, τρυφερές, χαρωπές, περασμένες, πεθαμένες, μοίρες, ώρες, χώρες, κραυγές, πληγές οιμωγές, παιδάκια πληγωμένα, παιδάκια λυπημένα, παιδάκια γερασμένα, το μέτωπο, η καρδιά, η δουλειά, τα χαρτιά-οι συμφορές που έρχονται-μια λεμονιά, μια μυγδαλιά, δυο κυπαρίσσια, ο δρόμος, το πλοίο, η θάλασσα, τα σύννεφα, τα πουλιά, λίγες βιολέτες, λίγες ανεμώνες, δυο κρίνα και πολλά, πάμπολλα τριαντάφυλλα. Και με τις λέξεις αυτές τις λίγες, τις ίδιες, τις χιλιοειπωμένες και ταπεινές, τις κοινότατες λέξεις-την ίδια αίσθηση πολεμά να εκφράσει, το ίδιο νόημα τον κυνηγά: μαύρος παράλογος, ήλιος θάνατος….
(αποσπάσματα από την εργασία του Κ. Σοφιανού, «Η αντοχή των υλικών της ποιητικής Καρυωτάκη» στο Συμπόσιο για τον Κ.Γ. Καρυωτάκη, Πρέβεζα11-14 Σεπτεμβρίου 1986)
ΩΧΡΑ ΣΠΕΙΡΟΧΑΙΤΗ
Ήταν ωραία σύνολα τα επιστημονικά
βιβλία, οι αιματόχαρες εικόνες τους, η φίλη
που αμφίβολα κοιτάζοντας εγέλα μυστικά,
ωραίο κι ό,τι μας εδίναν τα φευγαλέα της χείλη...
Το μέτωπό μας έκρουσε τόσο απαλά, με τόση
επιμονή, που ανοίξαμε για να 'μπει σαν κυρία
η Τρέλα στο κεφάλι μας, έπειτα να κλειδώσει.
Τώρα η ζωή μας γίνεται ξένη, παλιά ιστορία.
Το λογικό, τα αισθήματα μάς είναι πολυτέλεια,
βάρος, και τα χαρίζουμε του κάθε συνετού.
Κρατούμε την παρόρμηση, τα παιδικά μας γέλια,
το ένστικτο ν' αφηνόμεθα στα χέρι του Θεού.
Μια κωμωδία η πλάση Του σαν είναι φρικαλέα,
Εκείνος, που έχει πάντοτε την πρόθεση καλή,
ευδόκησε στα μάτια μας να κατεβάσει αυλαία-
- ω, κωμωδία! -- το θάμπωμα, τ' όνειρο, την άχλυ.
...Κι ήταν ωραία ως σύνολο η αγορασμένη φίλη,
στο δείλι αυτό του μακρινού πέρα χειμώνος, όταν,
γελώντας αινιγματικά, μας έδινε τα χείλη
κι έβλεπε το ενδεχόμενο, την άβυσσο που ερχόταν.
Νηπενθή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου