Η κυβέρνηση με πολυνομοσχέδιο που κατέθεσε στη Βουλή διαλύει, κατεδαφίζει και εκποιεί τις ΔΕΚΟ και τη δημόσια περιουσία, ανοίγει το δρόμο για υποχρεωτικές μετατάξεις και απολύσεις και εξαερώνει τους μισθούς των εργαζομένων. Προσθέτει νέα οικονομικά βάρη στα λαϊκά στρώματα με τη νέα αύξηση του ΦΠΑ. Ταυτόχρονα, εκτός νομοσχεδίου, ετοιμάζει νέες ανατιμήσεις στα τιμολόγια των ΔΕΚΟ.
Επίσης, με τις ρυθμίσεις του πολυνομοσχεδίου για τις ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας μειώνει χωρίς όρια προς τα κάτω τους μισθούς και στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, ενώ μέχρι τώρα έλεγε ότι αυτούς δεν θα τους πειράξει. Καταργεί ουσιαστικά τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, καταστρέφει τις εργασιακές σχέσεις και οδηγεί την ανεργία σε πρωτοφανή για τη χώρα μας επίπεδα.
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να περάσει το πολυνομοσχέδιο στη Βουλή με διαδικασίες κατεπείγοντος αποτελεί κοινοβουλευτικό πραξικόπημα. Συνταγματικό πραξικόπημα αποτελεί επίσης το γεγονός ότι με νόμο καταργεί στις ΔΕΚΟ μισθούς και κανονισμούς κατοχυρωμένους με συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Η Υπουργός Εργασίας προσπάθησε από την αρχή να περάσει όχι απευθείας αλλά από το παράθυρο τις ρυθμίσεις που είχε συνυπογράψει η κυβέρνηση στο μνημόνιο για να υπερισχύουν των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας οι επιχειρησιακές που προβλέπουν χαμηλότερους μισθούς. Σύμφωνα λοιπόν με το τελικό νομοσχέδιο θα μπορούν σε επιχειρήσεις να προβλέπονται με ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας μισθοί μικρότεροι απ’ αυτούς των κλαδικών, χωρίς πλαφόν προς τα κάτω παρά μόνο τον κατώτερο εγγυημένο μισθό, και χωρίς άλλους περιορισμούς, όπως απαγόρευση απολύσεων, διαθεσιμοτήτων, περιορισμένη διάρκεια εφαρμογής κλπ.
Αποδείχτηκε ότι οι διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με την Τρόικα αφορούσαν το πως η σφαγή των εργαζομένων θα γίνει με πιο ήπιο τρόπο. Οι ειδικές επιχειρησιακές συμβάσεις, με μικρότερους χωρίς όρια μισθούς, θα υπερισχύουν των κλαδικών χωρίς κανένα περιορισμό. Προστέθηκαν επίσης στο νομοσχέδιο, όπως ακριβώς ο ΣΕΒ απαιτούσε, περικοπές στις αμοιβές των μερικά απασχολουμένων (περικοπή του κατά 10% αυξημένου ωρομισθίου για τους εργαζόμενους πάνω από 4τετράωρο ημερησίως), η θέσπιση της δοκιμαστικής εργασίας για ένα χρόνο χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης, η επέκταση της διάρκειας της ενοικίασης εργαζομένων από τους 18 στους 36 μήνες και περισσότερες ευκολίες στους εργοδότες για χρήση της εκ περιτροπής εργασίας (από 6 σε 9 μήνες). Η υποχρέωση του εργοδότη να καταθέτει αιτιολογημένη έκθεση στην Επιθεώρηση Εργασίας είναι «για τα μάτια του κόσμου», γιατί αυτή έχει απλό γνωμοδοτικό χαρακτήρα.
Η αμφισβήτηση των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, με δεδομένη την κερδοσκοπική βουλιμία του κεφαλαίου, οδηγεί σε εργασιακή ζούγκλα. Κάθε μία επιχείρηση για να «πατήσει» τις ανταγωνίστριές της θα εκβιάζει, επικαλούμενη την οικονομική κρίση και απειλώντας κλείσιμο η απολύσεις, το επιχειρησιακό σωματείο να υπογράφει την ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση μείωσης των μισθών και έτσι θα έχουμε γενική συμπίεσή τους προς τα κάτω. Κι όλα αυτά στη λογική της τελικής για το κεφάλαιο λύσης, που είναι η υποκατάσταση όλων των ειδών συλλογικών συμβάσεων εργασίας από τις ατομικές συμβάσεις, όπου ο κάθε εργαζόμενος θα βρίσκεται μόνος και απροστάτευτος απέναντι στην παντοδυναμία των αφεντικών του.
Ταυτόχρονα η κυβέρνηση τροποποιεί το νόμο 1876/1990 για τη διαιτησία, έτσι ώστε το κάθε ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη (εργαζόμενοι – εργοδότες) να μπορεί να προσφύγει στη διαιτησία, εάν διαφωνεί με τις προτάσεις του μεσολαβητή, ενώ μέχρι τώρα το δικαίωμα αυτό το είχε μόνο η εργατική πλευρά. Περιορίζει το περιεχόμενο των Διαιτητικών Αποφάσεων μόνο στη διαμόρφωση του βασικού μισθού. Θέτει σε δικαστική κρίση όχι μόνο τη νομιμότητα αλλά και την ουσία των διαιτητικών αποφάσεων, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να κινδυνεύουν να μην πάρουν ποτέ αυξήσεις μισθών που θα προβλέπονται σε αυτές ή να καθυστερεί υπέρμετρα η εφαρμογή τους. Επίσης θεσπίζονται νέες διαδικασίες επιλογής Διαιτητών και Μεσολαβητών με υποκατάσταση της Διοίκησης του ΟΜΕΔ, που βάζει σε ισχυρή διακινδύνευση την ανεξαρτησία τους.
Η υπονόμευση από την Τρόικα, την κυβέρνηση και τον ΣΕΒ των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας οδηγεί σε απομαζικοποίηση, απαξίωση και διάλυση το ίδιο το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα στη χώρα μας. Με τη θέσπιση των ειδικών επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων οι εργοδότες θα στήνουν εργοδοτικά ελεγχόμενα σωματεία και θα αμφισβητούν εμπράκτως το ρόλο των κλαδικών ομοσπονδιών και σωματείων.
Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση και η Τρόικα ικανοποιούν όλες τις απαιτήσεις του ΣΕΒ και του ανοίγουν την όρεξη να ζητά να πάρει πίσω όλα όσα κατέκτησαν οι εργαζόμενοι κατά τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα.
Κυβέρνηση, Τρόικα και ΣΕΒ οδηγούν σε ελεύθερη πτώση τους μισθούς, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα «μετατρέπουν σε λάστιχο» τις εργασιακές σχέσεις, διαλύουν το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και φορτώνουν νέα οικονομικά βάρη στο λαό.
Έχουμε χρέος ν’ αντισταθούμε σ’ αυτές τις κατεδαφιστικές πολιτικές. Μπορούμε και πρέπει να οικοδομήσουμε ένα ενιαίο εργατικό μέτωπο που να μπορεί να προωθήσει τους στόχους της υπεράσπισης των εργατικών δικαιωμάτων, της ακύρωσης του μνημονίου και των εφαρμοζόμενων αντεργατικών πολιτικών καθώς και τη δημιουργία των κοινωνικών και πολιτικών προϋποθέσεων για μια άλλη προοδευτική σοσιαλιστική πορεία της χώρας μας προς όφελος των εργαζομένων.
Η μαζική και μαχητική συμμετοχή των εργαζομένων στην πανελλαδική, πανεργατική απεργία στις 15 Δεκέμβρη μπορεί και πρέπει να δώσει το ισχυρότερο μέχρι τώρα μήνυμα αντίστασης στην κυβέρνηση, στην Τρόικα και στον ΣΕΒ.
Η πρωτοφανής επίθεση που δέχονται σήμερα οι εργαζόμενοι στα δικαιώματα και το βιοτικό επίπεδο τους καθιστούν αναγκαία όσο ποτέ την συμπόρευση και την κοινή δράση της Αριστεράς, ώστε να δημιουργηθεί ένας ισχυρός πόλος ενίσχυσης των κοινωνικών αγώνων, αντίστασης, ελπίδας, προοπτικής για μια άλλη πορεία της χώρας μας. Εάν όχι τώρα που σαρώνονται τα πάντα, ΠΟΤΕ;;;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου